Οι εξελίξεις που σημειώνονται –και με τη συμμετοχή κυβερνητικών βουλευτών- ως επακόλουθο των μέτρων που μπαίνουν σε ισχύ καθώς και εκείνων που φημολογούνται- έχουν πάρει τη μορφή θύελλας.
Δεν είναι εύκολο να τις παρακολουθήσει κάποιος και αυτός είναι ένας λόγος που δεν πρέπει να ασχοληθεί κανείς άμεσα με τα γεγονότα που διαμορφώνονται, αλλά πρέπει να ασχοληθεί με το πλαίσιο στο οποίο διαδραματίζονται και τα πιθανά αποτελέσματα που θα προκύψουν.
Θα ρωτήσει κανείς γιατί επιχειρούν τέτοια πράγμα –πρόκειται στην πράξη για γενοκτονία και ένα σύγχρονο ολοκαύτωμα- ενώ ξέρουν σε τι άθλια κατάσταση βρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Η απάντηση είναι ότι επειδή οι ίδιοι –αυτοί που αποφασίζουν τα μέτρα- δεν έχουν να χάσουν τίποτε. Αν κάποιος χάσει, αυτός θα είναι ο λαός. Δεν μπορούμε να φανταστούμε μέλη της κυβέρνησης, και τους πολιτικούς γενικότερα με τα παράσιτα που εκτρέφουν, να υποφέρουν και να βρίσκονται σε έσχατη ένδεια (π.χ. να τους κόψουν το φώς, να τους βγάλουν το σπίτι στο σφυρί, κλπ), ούτε να μην έχουν να φάνε και να ψάχνουν στα σκουπίδια.
Αυτά βέβαια συμβαίνουν, επειδή αυτοί που πολιτεύονται και διοικούν ή σιγοντάρουν τους ηγέτες και τους «εκπροσώπους» μας στο σύστημα (όλων των παρατάξεων) αισθάνονται ασφαλείς και απρόσβλητοι. Άλλωστε πόσοι από τους πολιτικούς που εγκλημάτησαν –παντοιοτρόπως- σε βάρος του ελληνικού λαού τιμωρήθηκαν; Προκύπτει ένα ερώτημα για τον λαό σε σχέση με τους πολιτικούς. Αν ετίθετο στο λαό το ερώτημα: «μας εμπιστεύεστε να χειριστούμε την κατάσταση;», «πιστεύετε ότι είμαστε ηθικοί, αδιάφθοροι, αποτελεσματικοί, ότι μπορούμε να αντιληφτούμε τι συμβαίνει, ότι δεν είμαστε παχύδερμα και αναίσθητοι, ότι πιστεύουμε στη δικαιοσύνη για όλους, ότι δεν καλλιεργούμε πελατειακές σχέσεις, ότι οι προθέσεις μας είναι αγνές, ότι μπορούμε να μετρήσουμε τα δάχτυλα των δύο χεριών μας έστω σε δύο ώρες και χωρίς να κάνουμε λάθος, ότι δεν είμαστε ως ενεργοί πολιτικοί αποτέλεσμα νεποτισμού και συναλλαγών, ότι δεν είμαστε αλαζόνες και δίγλωσσοι υποκριτές, ότι δεν σας κοροϊδεύουμε απροκάλυπτα και ανενδοίαστα, κλπ κλπ.».
Αυτά έπρεπε να είναι τα ερωτήματα για να απαντήσει ο ελληνικός λαός και όχι να μπαίνει σε ζωτικά διλήμματα ύπαρξης και επιβίωσης. Τα τερτίπια που στο παρελθόν γίνονταν κατά κόρον από παλαιοκομματικούς πολιτικούς ξέφτισαν και δεν πιάνουν πια. Όμως συνεχίζονται ενώ ο λαός πεινάει. Και όταν κυριαρχεί η πείνα και η δυστυχία παύει να υπάρχει λογική και ευθυκρισία. Ο κόσμος που ερεθίζεται πλέον και οργίζεται όταν βλέπει τους πολιτικούς -αυτούς όμως που ό ίδιος έχρισε- έστω και στην τηλεόραση δεν τους θέλει πια με τίποτε (είναι σαν αλάτι στη πληγή του) και ανάλογα θα απαντούσε στα σωστά ερωτήματα. Ίσως, και όμως, τα ερωτήματα κάθε φύσης για το παρόν και το μέλλον αποτελούν ρητορική.
Αυτή τη στιγμή υπάρχει μίσος. Υπάρχει οργή. Υπάρχει διάθεση για εκδίκηση. Και όλα όσα γίνονται οδηγούν σε τέτοια συναισθήματα. Άλλωστε αυτό φαίνεται και από τα αποτελέσματα των διαφόρων δημοσκοπήσεων. Οι ασκοί του Αιόλου άνοιξαν και κανείς δεν ξέρει τι θα επακολουθήσει. Το τέρας -όχι μόνο η κυβέρνηση αυτή, αλλά όλοι που δημιούργησαν την κατάσταση αυτή ως μηχανισμό καταστροφής του Έθνους- σαν τέρας πριν ξεψυχήσει σπαρταράει και αυτή η στιγμή είναι η πιο επικίνδυνη. Οι Έλληνες πολιτικοί απέδειξαν περίτρανα ότι δεν είναι Φιλέλληνες, – ούτε καν στοιχειωδώς φιλάνθρωποι. Χρειαζόμαστε ένα νέο πολιτικό σύστημα που θα απαρτίζεται από φιλέλληνες. Εκείνο που πρέπει όμως να μας ανησυχεί πολύ είναι η δυστυχία, η ανέχεια, η απόγνωση, το αδιέξοδο από την εξαθλίωση.
Και εκείνο που δεν πρέπει να ξεχνούμε ποτέ είναι ότι: η πείνα είναι ο χειρότερος τρομοκράτης. Ένας άνθρωπος μπορεί να υποστεί την ταπείνωση, τον εξευτελισμό, τον εξανδραποδισμό – την πείνα όμως ποτέ. Είναι πανίσχυρο ορμέμφυτο. Όλοι πλέον μιλούν ανοιχτά για το ενδεχόμενο μιας εξέγερσης. Παρά, όμως, το γεγονός ότι μια εξέγερση σημαίνει πάρα πολύ άσχημα πράγματα, υπάρχουν άνθρωποι που σκέπτονται ότι ίσως κάτι τέτοιο θα ήταν η αρχή μιας άλλης μέρας. Στο κάτω κάτω τι έχουν να χάσουν αυτοί που τα έχουν χάσει όλα; Το μεγάλο ερωτηματικό είναι: ποιος θα είναι ο «μπροστάρης»; Ποιοι θα ακολουθήσουν; Και «ποια θα είναι η σπίθα» που θα ξεκινήσει το κακό.
Θα ρωτήσει κανείς γιατί επιχειρούν τέτοια πράγμα –πρόκειται στην πράξη για γενοκτονία και ένα σύγχρονο ολοκαύτωμα- ενώ ξέρουν σε τι άθλια κατάσταση βρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Η απάντηση είναι ότι επειδή οι ίδιοι –αυτοί που αποφασίζουν τα μέτρα- δεν έχουν να χάσουν τίποτε. Αν κάποιος χάσει, αυτός θα είναι ο λαός. Δεν μπορούμε να φανταστούμε μέλη της κυβέρνησης, και τους πολιτικούς γενικότερα με τα παράσιτα που εκτρέφουν, να υποφέρουν και να βρίσκονται σε έσχατη ένδεια (π.χ. να τους κόψουν το φώς, να τους βγάλουν το σπίτι στο σφυρί, κλπ), ούτε να μην έχουν να φάνε και να ψάχνουν στα σκουπίδια.
Αυτά βέβαια συμβαίνουν, επειδή αυτοί που πολιτεύονται και διοικούν ή σιγοντάρουν τους ηγέτες και τους «εκπροσώπους» μας στο σύστημα (όλων των παρατάξεων) αισθάνονται ασφαλείς και απρόσβλητοι. Άλλωστε πόσοι από τους πολιτικούς που εγκλημάτησαν –παντοιοτρόπως- σε βάρος του ελληνικού λαού τιμωρήθηκαν; Προκύπτει ένα ερώτημα για τον λαό σε σχέση με τους πολιτικούς. Αν ετίθετο στο λαό το ερώτημα: «μας εμπιστεύεστε να χειριστούμε την κατάσταση;», «πιστεύετε ότι είμαστε ηθικοί, αδιάφθοροι, αποτελεσματικοί, ότι μπορούμε να αντιληφτούμε τι συμβαίνει, ότι δεν είμαστε παχύδερμα και αναίσθητοι, ότι πιστεύουμε στη δικαιοσύνη για όλους, ότι δεν καλλιεργούμε πελατειακές σχέσεις, ότι οι προθέσεις μας είναι αγνές, ότι μπορούμε να μετρήσουμε τα δάχτυλα των δύο χεριών μας έστω σε δύο ώρες και χωρίς να κάνουμε λάθος, ότι δεν είμαστε ως ενεργοί πολιτικοί αποτέλεσμα νεποτισμού και συναλλαγών, ότι δεν είμαστε αλαζόνες και δίγλωσσοι υποκριτές, ότι δεν σας κοροϊδεύουμε απροκάλυπτα και ανενδοίαστα, κλπ κλπ.».
Αυτά έπρεπε να είναι τα ερωτήματα για να απαντήσει ο ελληνικός λαός και όχι να μπαίνει σε ζωτικά διλήμματα ύπαρξης και επιβίωσης. Τα τερτίπια που στο παρελθόν γίνονταν κατά κόρον από παλαιοκομματικούς πολιτικούς ξέφτισαν και δεν πιάνουν πια. Όμως συνεχίζονται ενώ ο λαός πεινάει. Και όταν κυριαρχεί η πείνα και η δυστυχία παύει να υπάρχει λογική και ευθυκρισία. Ο κόσμος που ερεθίζεται πλέον και οργίζεται όταν βλέπει τους πολιτικούς -αυτούς όμως που ό ίδιος έχρισε- έστω και στην τηλεόραση δεν τους θέλει πια με τίποτε (είναι σαν αλάτι στη πληγή του) και ανάλογα θα απαντούσε στα σωστά ερωτήματα. Ίσως, και όμως, τα ερωτήματα κάθε φύσης για το παρόν και το μέλλον αποτελούν ρητορική.
Αυτή τη στιγμή υπάρχει μίσος. Υπάρχει οργή. Υπάρχει διάθεση για εκδίκηση. Και όλα όσα γίνονται οδηγούν σε τέτοια συναισθήματα. Άλλωστε αυτό φαίνεται και από τα αποτελέσματα των διαφόρων δημοσκοπήσεων. Οι ασκοί του Αιόλου άνοιξαν και κανείς δεν ξέρει τι θα επακολουθήσει. Το τέρας -όχι μόνο η κυβέρνηση αυτή, αλλά όλοι που δημιούργησαν την κατάσταση αυτή ως μηχανισμό καταστροφής του Έθνους- σαν τέρας πριν ξεψυχήσει σπαρταράει και αυτή η στιγμή είναι η πιο επικίνδυνη. Οι Έλληνες πολιτικοί απέδειξαν περίτρανα ότι δεν είναι Φιλέλληνες, – ούτε καν στοιχειωδώς φιλάνθρωποι. Χρειαζόμαστε ένα νέο πολιτικό σύστημα που θα απαρτίζεται από φιλέλληνες. Εκείνο που πρέπει όμως να μας ανησυχεί πολύ είναι η δυστυχία, η ανέχεια, η απόγνωση, το αδιέξοδο από την εξαθλίωση.
Και εκείνο που δεν πρέπει να ξεχνούμε ποτέ είναι ότι: η πείνα είναι ο χειρότερος τρομοκράτης. Ένας άνθρωπος μπορεί να υποστεί την ταπείνωση, τον εξευτελισμό, τον εξανδραποδισμό – την πείνα όμως ποτέ. Είναι πανίσχυρο ορμέμφυτο. Όλοι πλέον μιλούν ανοιχτά για το ενδεχόμενο μιας εξέγερσης. Παρά, όμως, το γεγονός ότι μια εξέγερση σημαίνει πάρα πολύ άσχημα πράγματα, υπάρχουν άνθρωποι που σκέπτονται ότι ίσως κάτι τέτοιο θα ήταν η αρχή μιας άλλης μέρας. Στο κάτω κάτω τι έχουν να χάσουν αυτοί που τα έχουν χάσει όλα; Το μεγάλο ερωτηματικό είναι: ποιος θα είναι ο «μπροστάρης»; Ποιοι θα ακολουθήσουν; Και «ποια θα είναι η σπίθα» που θα ξεκινήσει το κακό.