Πλημμυρισμένη από τη βλακεία και την αναισχυντία του υπερθετικού και του υπερβολικού, η αναισθησία συνθέτει το μόνιμο και μηνυματικό του πεπερασμένου. Ακόμη η αναισθησία “διερευνά” με το δικό της ρυθμό την εσώτατη σχέση ανοχής και ενοχής, ποτέ δεν παρουσιάζεται με απλή διαδικασία διασυνδετικής ερμηνείας της ματαιοδοξίας και της υπερφίαλης κενότητας των ανθρωπίνων αντιδράσεων.
Εκφράζει το “μέγα” της επιπολαιότητας και της κοινωνικής παράλυσης, ενώ τροφοδοτείται από το “ελάχιστο” της κοινωνικής αναγκαιότητας. steliosΗ αναισθησία του ατόμου, ιδιαίτερα ως μέλους μιας δεινοπαθούσης κοινωνίας, μπορεί να εξελιχθεί σ’ ένα τρόπο χρονομέτρησης και προσμέτρησης της κοινωνικής ανεπάρκειας. Επιπρόσθετα, η όποια εννοιολογία της κοινωνικής εκτροπής είναι απότοκος της αναισθησίας στην ανθρώπινη οριοθέτηση και ταυτόχρονα η “αναισθησία” παρουσιάζεται ως θέμα κοινωνιολογικό και θέαμα, ως “εικόνα” και σφυγμός μιας θλιβερής πραγματικότητας, ως χρώμα ηλίθιων εκδηλώσεων, ως απόρριψη της λογικής, της κοινωνικής οδύνης και ως “κακοποίηση” της έννοιας της αλληλεγγύης.
Ετσι, η όποια θέση και άρνηση του αδίκου, χάρη στην αναισθησία και στις διασυνδέσεις της με την παχύδερμη λογική του νεοελληνικού “μια ζωή την έχουμε…”, είναι λειτουργία κοινωνικής διάβρωσης που “ταιριάζει” σε κάθε περίπτωση εκμετάλλευσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο, σε κάθε ασυνέπεια, σε κάθε τέλος. Η διασκέδαση μέσα από την ατομική αναισθησία γίνεται εκφραστικότερη, ενστικτώδης, γίνεται “θέαμα” απωθητικό και αντιαισθητικό, ενίοτε παράλογο. Το Σαββατοκύριακο στη Μύκονο, από την “ακαθαρσία” της ύλης ενδεδειμένης μ’ όλα εκείνα τα φανταχτερά στολίδια της αχαλίνωτης σπατάλης και του χαμηλού λαικισμού, της άκρατης κακουγουστιάς μιας ευρύτερης κοινωνικής αντίληψης, ανεδείχθη το φαινόμενο να είσαι και …αναίσθητος Ελληνας! Αντιτάχθηκαν δύο διαφορετικά μεγέθη:
Η ποιότητα και η ποσότητα των ψυχιικών γνωρισμάτων, αλλά και της αισθητικής του οικονομικά εύρωστου Ελληνα, ο όγκος της αναισθησίας του με την άχρονη ιδέα της αλληλεγγύης για τον κοινωνικό πόνο και το ενεργό ενδιαφέρον για τη γενέθλια γη… Και, βέβαια, επικράτησε τροπαιούχος η αναισθησία! Εκεί στη Μύκονο, αν και το φαινόμενο δεν περιορίζεται στο συγκεκριμένο νησί, ούτε στη συνάθροιση των συγκεκριμένων ανεγκέφαλων πάσης βλακώδους απόχρωσης, αλλά εκτείνεται ευρύτερα στη κοινωνική διαστρωμάτωση, ο Αντώνης Ρέμος ως λαϊκός αοιδός “κατόρθωσε” να συνεγείρει και να “μερακλώσει”, διεγείροντας όλα τα ποταπά ένστικτα του πλήθους των εχόντων και κατεχόντων θαμώνων του μαγαζιού, του κλάμπ αν θέλετε.
Αυξάνοντας μέσα σε μια βραδιά τον τζίρο της “επιχείρησης” κατά 450 χιλ.ευρώ, καθυβρίζοντας μ’ αυτό το νεοελληνικό “στυλάκι” της λαϊκής αναίδειας και τον ανεκδιήγητο Σόιμπλε, ικανοποιώντας έτσι και τους “θαυμαστές” του και εν πολλοίς ανήμπορους νεοέλληνες , αλλά και “αγγίζοντας” τον ανομολόγητο λαϊκισμό των παρισταμένων της αποχαυνωμένης πλουτοκρατίας… Εκβαχεύοντες και παρατρεχάμενοι, συνοδοί και άλλοι πολλοί, αν και του μεροκάματου του τρόμου, οι οποίοι όμως δαπανούν ένα Σαββατοκύριακο στη Μύκονο, ως φιλοθεάμονες και διαδρομιστές της δήθεν κοσμικής ζωής, αποφλοιώνοντας τη συνείδησή τους από τις περιστάσεις, χωρίς τις οποίες η τελευταία δεν έχει χρονικότητα, βυθίστηκαν στην αναισθησία. Πρόκειται για μια νοσηρή κατάσταση. Ενα είδος διαστροφής. Καμία πρόθεση να “κατηγορηθεί” η διασκέδαση και το χρήμα. Η διασκέδαση “κατηγορείται”, όχι ως πρός την αισθητική της διάσταση, αλλά ως πρός την εκτροπή της στην υπερβολή και στον παραλογισμό. Το δε χρήμα “κατηγορείται” όχι για την ύπαρξή του, αλλά για το ρόλο του.
Και το χρήμα που αφείδωλα υπό μορφή σαμπάνιας “κυλούσε” στην πίστα και “έβρεχε” τα πόδια του αμφιβόλου ποιότητας αοιδού, προερχόταν κατά πάσα πιθανότητα ή μάλλον κατά πάσα βεβαιότητα, από την παρασιτική συσσώρευση πλούτου. Και ο μη παραγωγικός συσσωρευμένος πλούτος δεν είναι κεφάλαιο, δεν αποτελεί “ζωντανή” πραγματικότητα και δεν συμβάλλει στην “ανάπτυξη”, αλλά μόνο στη αύξηση του τζίρου διαφόρων κλάμπ της διαπιστωμένα κακόγουστης και κακότεχνης νεοελληνικής διασκέδασης, μ’ όλα εκείνα τα δομικά στοιχεία της πακιστανοτουρκικής προέλευσης ασμάτων…
Με την επίδειξη τέτοιας αναισθησίας από τον Ελληνα του εύκολου συνήθως πλουτισμού, ο ιστορικής σημασίας συγκερασμός του ατομικού και κοινωνικού καλού, η αυτονομία και η αυτάρκεια του προσώπου μέσα σε μια ευνομούμενη κοινωνία αλληλεγγύης και συναίσθησης των προβλημάτων της, γίνονται έννοιες ασυμβίβσατες με την πραγματικότητα. και οικοδομείται μια καινούργια ηθική του μη ηθικού, που σημαίνει μια ανήθικη Ηθική! Στη Μύκονο του ωχαδερφισμού και του “δηθεναριού”, της ματαιοδοξίας των ολίγων και της πλάνης των πολλών, η αιτία του Νοείν που συνιστά τη μόνη πραγματικότητα, χωρίς την οποία η ανθρώπινη ύπαρξη βυθίζεται ανέκλητα σε θρηνώδη απόγνωση, κατακερματίστηκε από το φαινόμενο να είσαι αναίσθητος Ελληνας!
Εκφράζει το “μέγα” της επιπολαιότητας και της κοινωνικής παράλυσης, ενώ τροφοδοτείται από το “ελάχιστο” της κοινωνικής αναγκαιότητας. steliosΗ αναισθησία του ατόμου, ιδιαίτερα ως μέλους μιας δεινοπαθούσης κοινωνίας, μπορεί να εξελιχθεί σ’ ένα τρόπο χρονομέτρησης και προσμέτρησης της κοινωνικής ανεπάρκειας. Επιπρόσθετα, η όποια εννοιολογία της κοινωνικής εκτροπής είναι απότοκος της αναισθησίας στην ανθρώπινη οριοθέτηση και ταυτόχρονα η “αναισθησία” παρουσιάζεται ως θέμα κοινωνιολογικό και θέαμα, ως “εικόνα” και σφυγμός μιας θλιβερής πραγματικότητας, ως χρώμα ηλίθιων εκδηλώσεων, ως απόρριψη της λογικής, της κοινωνικής οδύνης και ως “κακοποίηση” της έννοιας της αλληλεγγύης.
Ετσι, η όποια θέση και άρνηση του αδίκου, χάρη στην αναισθησία και στις διασυνδέσεις της με την παχύδερμη λογική του νεοελληνικού “μια ζωή την έχουμε…”, είναι λειτουργία κοινωνικής διάβρωσης που “ταιριάζει” σε κάθε περίπτωση εκμετάλλευσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο, σε κάθε ασυνέπεια, σε κάθε τέλος. Η διασκέδαση μέσα από την ατομική αναισθησία γίνεται εκφραστικότερη, ενστικτώδης, γίνεται “θέαμα” απωθητικό και αντιαισθητικό, ενίοτε παράλογο. Το Σαββατοκύριακο στη Μύκονο, από την “ακαθαρσία” της ύλης ενδεδειμένης μ’ όλα εκείνα τα φανταχτερά στολίδια της αχαλίνωτης σπατάλης και του χαμηλού λαικισμού, της άκρατης κακουγουστιάς μιας ευρύτερης κοινωνικής αντίληψης, ανεδείχθη το φαινόμενο να είσαι και …αναίσθητος Ελληνας! Αντιτάχθηκαν δύο διαφορετικά μεγέθη:
Η ποιότητα και η ποσότητα των ψυχιικών γνωρισμάτων, αλλά και της αισθητικής του οικονομικά εύρωστου Ελληνα, ο όγκος της αναισθησίας του με την άχρονη ιδέα της αλληλεγγύης για τον κοινωνικό πόνο και το ενεργό ενδιαφέρον για τη γενέθλια γη… Και, βέβαια, επικράτησε τροπαιούχος η αναισθησία! Εκεί στη Μύκονο, αν και το φαινόμενο δεν περιορίζεται στο συγκεκριμένο νησί, ούτε στη συνάθροιση των συγκεκριμένων ανεγκέφαλων πάσης βλακώδους απόχρωσης, αλλά εκτείνεται ευρύτερα στη κοινωνική διαστρωμάτωση, ο Αντώνης Ρέμος ως λαϊκός αοιδός “κατόρθωσε” να συνεγείρει και να “μερακλώσει”, διεγείροντας όλα τα ποταπά ένστικτα του πλήθους των εχόντων και κατεχόντων θαμώνων του μαγαζιού, του κλάμπ αν θέλετε.
Αυξάνοντας μέσα σε μια βραδιά τον τζίρο της “επιχείρησης” κατά 450 χιλ.ευρώ, καθυβρίζοντας μ’ αυτό το νεοελληνικό “στυλάκι” της λαϊκής αναίδειας και τον ανεκδιήγητο Σόιμπλε, ικανοποιώντας έτσι και τους “θαυμαστές” του και εν πολλοίς ανήμπορους νεοέλληνες , αλλά και “αγγίζοντας” τον ανομολόγητο λαϊκισμό των παρισταμένων της αποχαυνωμένης πλουτοκρατίας… Εκβαχεύοντες και παρατρεχάμενοι, συνοδοί και άλλοι πολλοί, αν και του μεροκάματου του τρόμου, οι οποίοι όμως δαπανούν ένα Σαββατοκύριακο στη Μύκονο, ως φιλοθεάμονες και διαδρομιστές της δήθεν κοσμικής ζωής, αποφλοιώνοντας τη συνείδησή τους από τις περιστάσεις, χωρίς τις οποίες η τελευταία δεν έχει χρονικότητα, βυθίστηκαν στην αναισθησία. Πρόκειται για μια νοσηρή κατάσταση. Ενα είδος διαστροφής. Καμία πρόθεση να “κατηγορηθεί” η διασκέδαση και το χρήμα. Η διασκέδαση “κατηγορείται”, όχι ως πρός την αισθητική της διάσταση, αλλά ως πρός την εκτροπή της στην υπερβολή και στον παραλογισμό. Το δε χρήμα “κατηγορείται” όχι για την ύπαρξή του, αλλά για το ρόλο του.
Και το χρήμα που αφείδωλα υπό μορφή σαμπάνιας “κυλούσε” στην πίστα και “έβρεχε” τα πόδια του αμφιβόλου ποιότητας αοιδού, προερχόταν κατά πάσα πιθανότητα ή μάλλον κατά πάσα βεβαιότητα, από την παρασιτική συσσώρευση πλούτου. Και ο μη παραγωγικός συσσωρευμένος πλούτος δεν είναι κεφάλαιο, δεν αποτελεί “ζωντανή” πραγματικότητα και δεν συμβάλλει στην “ανάπτυξη”, αλλά μόνο στη αύξηση του τζίρου διαφόρων κλάμπ της διαπιστωμένα κακόγουστης και κακότεχνης νεοελληνικής διασκέδασης, μ’ όλα εκείνα τα δομικά στοιχεία της πακιστανοτουρκικής προέλευσης ασμάτων…
Με την επίδειξη τέτοιας αναισθησίας από τον Ελληνα του εύκολου συνήθως πλουτισμού, ο ιστορικής σημασίας συγκερασμός του ατομικού και κοινωνικού καλού, η αυτονομία και η αυτάρκεια του προσώπου μέσα σε μια ευνομούμενη κοινωνία αλληλεγγύης και συναίσθησης των προβλημάτων της, γίνονται έννοιες ασυμβίβσατες με την πραγματικότητα. και οικοδομείται μια καινούργια ηθική του μη ηθικού, που σημαίνει μια ανήθικη Ηθική! Στη Μύκονο του ωχαδερφισμού και του “δηθεναριού”, της ματαιοδοξίας των ολίγων και της πλάνης των πολλών, η αιτία του Νοείν που συνιστά τη μόνη πραγματικότητα, χωρίς την οποία η ανθρώπινη ύπαρξη βυθίζεται ανέκλητα σε θρηνώδη απόγνωση, κατακερματίστηκε από το φαινόμενο να είσαι αναίσθητος Ελληνας!